Οδηγός ΤΒ: Κεφάλαιο 4.7 (αναλυτική έκδοση)

Προσπελασιμότητα & Προσβασιμότητα

Προσπελασιμότητα

Ο όρος η «προσπελασιμότητα» (αγγλ. approachability), αν και παρόμοιος με τον όρο «προσβασιμότητα», ουσιαστικά διαφέρει από τεχνική άποψη. Ένα περιβάλλον ή ένα στοιχείο του περιβάλλοντος προσδιορίζεται ως «προσπελάσιμο», όταν προσφέρεται στον χρήστη η δυνατότητα να το προσεγγίσει[1] (να φτάσει σε θέση να ξεκινήσει τη χρήση) και να απομακρυνθεί από αυτό (να φύγει μετά τη χρήση), χωρίς να συναντήσει εμπόδια.

Ένας πιο «τεχνικός» ορισμόςΗ προσπελασιμότητα ενός περιβάλλοντος ή ενός στοιχείου στο περιβάλλον (καθ-) ορίζεται ατομικά, για κάθε χρήστη και πλαίσιο χρήσης ξεχωριστά, από την ύπαρξη ή μη τουλάχιστον μίας διαδρομής προς και από τα σημεία εισόδου/εξόδου, την οποία μπορεί να αντιληφθεί και ακολουθήσει ο χρήστης (μαζί με τον όποιο απαραίτητο εξοπλισμό/συνοδό φέρει μαζί του) χωρίς να συναντήσει εμπόδια.

Παράδειγμα: Προσπελασιμότητα ενός δωματίου ξενοδοχείου για χρήστη με αναπηρικό αμαξίδιο

Στο διπλανό σχήμα:  είναι η αφετηρία (π.χ. το parking του ξενοδοχείου), τα βέλη είναι οι διαθέσιμες διαδρομές που μπορεί να ακολουθήσει ο χρήστης για να φτάσει στα ενδιάμεσα κομβικά σημεία α (η κεντρική είσοδος στο κτίριο), β (η δευτερεύουσα είσοδος στο κτίριο), γ (η reception), δ (ο ανελκυστήρας) και ε (οι σκάλες), τα σύμβολα  και  υποδηλώνουν την ύπαρξη ή μη εμποδίων, και  είναι ο «τερματισμός» (δηλ. η είσοδος στο δωμάτιο).

Σε αυτό το παράδειγμα, ο χρήστης συναντά εμπόδιο (π.χ. σκαλοπάτια ή στενή πόρτα) στην κεντρική είσοδο (α). Μπορεί όμως να κάνει χρήση της δευτερεύουσας εισόδου (β) και στη συνέχεια να περάσει από τη reception για να πάρει το κλειδί (γ) χωρίς να συναντήσει εμπόδια. Από εκεί έχει την επιλογή να πάει από τις σκάλες (ε) ή να χρησιμοποιήσει τον προσβάσιμο ανελκυστήρα (δ) ώστε να φτάσει στον όροφο που είναι το δωμάτιό του. Και από την έξοδο του ανελκυστήρα μέχρι το δωμάτιό του () δεν συναντά εμπόδια. Επομένως, αφού υπάρχει τουλάχιστον μια διαδρομή (η  > β > γ > δ > ) η οποία είναι χωρίς εμπόδια, το δωμάτιο είναι προσπελάσιμο για τον χρήστη του παραδείγματος.

Από τεχνική άποψη, η προσπελασιμότητα είναι: (α) ιδιότητα του ευρύτερου περιβάλλοντος -και όχι του χρήστη, (β) ατομική[2] -δηλ. μπορεί να διασφαλίζεται για έναν χρήστη αλλά όχι για κάποιον άλλο[3], (γ) παροδική -δηλ. να διασφαλίζεται κάποια στιγμή και να μην διασφαλίζεται σε μια άλλη που έχουν αλλάξει κάποιες συνθήκες[4], και (δ) δυαδική (true-false) -δηλ. είτε διασφαλίζεται είτε όχι[5].

Προσβασιμότητα

Με τον όρο «προσβασιμότητα» (αγγλ. accessibility[6]) αναφερόμαστε στο χαρακτηριστικό ενός περιβάλλοντος που διασφαλίζει την ελευθερία επιλογών σε ίση βάση για όλους και την ολοκλήρωση της όποιας επιθυμητής χρήσης του χωρίς εμπόδια και με τρόπο αυτόνομο, αξιοπρεπή και ασφαλή.

(i) Δεδομένου ότι η «προσβασιμότητα» συμβάλλει στην άσκηση και απόλαυση του δικαιώματος της επιλογής, αναδεικνύεται σε θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα.

Ένας πιο «τεχνικός» ορισμόςΗ προσβασιμότητα ενός περιβάλλοντος ή ενός στοιχείου στο περιβάλλον (καθ-) ορίζεται ατομικά, για κάθε χρήστη και πλαίσιο χρήσης ξεχωριστά, από την ύπαρξη ή μη τουλάχιστον μίας ακολουθίας ενεργειών που μπορεί να αντιληφθεί και εκτελέσει ο χρήστης (σε αλληλεπίδραση με το περιβάλλον, στα πλαίσια των δυνατοτήτων του και μαζί με τον όποιο απαραίτητο εξοπλισμό/συνοδό φέρει μαζί του) χωρίς να συναντήσει εμπόδια, και η οποία οδηγεί στην ολοκληρωμένη χρήση του.

Παράδειγμα: Προσβασιμότητα WC για χρήστη με αναπηρικό αμαξίδιο

Στο παράδειγμα στο διπλανό σχήμα:  είναι η αφετηρία (π.χ. η είσοδος στο WC), τα βέλη είναι οι πιθανές ενδιάμεσες ενέργειες του χρήστη (βήματα) για την ολοκλήρωση των επιμέρους χρήσεων α (χρήση του διακόπτη για το φως), β (χρήση της λεκάνης), γ (χρήση του νιπτήρα), δ (χρήση της συσκευής στεγνώματος των χεριών), τα σύμβολα  και  υποδηλώνουν την ύπαρξη ή μη εμποδίων, και  είναι η «έξοδος» μετά την ολοκληρωμένη χρήση.

Σε αυτό το παράδειγμα, ο χρήστης δεν συναντά εμπόδια (π.χ. διακόπτης πολύ ψηλά από το έδαφος) για να ανάψει το φως (α) και μπορεί να προσεγγίσει και να χρησιμοποιήσει τη λεκάνη του WC (β). Εντούτοις, εμποδίζεται (π.χ. λόγω ύψους, θέσης, ή άλλων χαρακτηριστικών) να χρησιμοποιήσει τον νιπτήρα (γ). Παρότι δεν συναντά εμπόδια στη χρήση της συσκευής στεγνώματος των χεριών (δ), επί της ουσίας και η χρήση αυτή έχει ακυρωθεί λόγω του ότι δεν μπόρεσε να πλύνει τα χέρια του στο προηγούμενο βήμα.

Επομένως, αφού η χρήση δεν δύναται να είναι ολοκληρωμένη και περιορίζεται στην ακολουθία ( > (α) > β > ), το WC είναι μη προσβάσιμο για τον χρήστη του παραδείγματος.

Από τεχνική άποψη, η προσβασιμότητα, όπως και η προσπελασιμότητα, είναι: (α) ιδιότητα του ευρύτερου περιβάλλοντος -και όχι του χρήστη, (β) ατομική -δηλ. μπορεί να διασφαλίζεται για έναν χρήστη αλλά όχι για κάποιον άλλο, (γ) παροδική -δηλ. εξαρτάται από το «τρέχον πλαίσιο χρήσης»[7], και (δ) δυαδική -δηλ. είτε διασφαλίζεται είτε όχι.

(!) Είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι από τεχνική άποψη η προσβασιμότητα είναι ένα χαρακτηριστικό του περιβάλλοντος το οποίο μπορεί να πιστοποιηθεί μόνο σε ατομική βάση, δηλαδή για κάθε χρήστη ξεχωριστά, και όχι συλλογικά. Εντούτοις, χρησιμοποιούνται εκφράσεις όπως «τα τάδε είναι προσβάσιμο [για τα άτομα με αναπηρία]» οι οποίες από τεχνική άποψη δεν είναι ποτέ ακριβείς (καθώς πάντα θα υπάρχουν κάποιοι για τους οποίους δεν διασφαλίζεται). Στην πραγματικότητα, όταν χρησιμοποιούνται αυτές οι εκφράσεις υπονοείται ότι έχει προηγηθεί μια προσπάθεια ώστε να μην υφίστανται εμπόδια για διάφορες κατηγορίες ατόμων με αναπηρία. Ίσως είναι προτιμότερο για αυτές τις περιπτώσεις, δηλαδή για τις περιπτώσεις που θέλουμε να υποδηλώσουμε ότι έχει προηγηθεί ένα τέτοιο εγχείρημα, να καθιερωθεί η χρήση του όρου «προσβασιμότητα για όλους» ή «καθολική προσβασιμότητα» (βλ. επόμενη ενότητα).

(!) Επίσης, είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι από τεχνική άποψη δεν νοείται η έννοια της «βελτίωσης» της προσβασιμότητας (αφού στην ουσία είναι δυαδικού χαρακτήρα). Ο σωστός όρος θα ήταν «άρση των εμποδίων» προσβασιμότητας ή ακόμη και «αποκατάσταση της προσβασιμότητας». Εντούτοις, στην πραγματικότητα, όταν χρησιμοποιείται ο όρος «βελτίωση της προσβασιμότητας» υπονοείται μια προσπάθεια ώστε να αρθούν τα τυχών υφιστάμενα εμπόδια για διάφορες κατηγορίες ατόμων με αναπηρία. Επομένως, για αυτές τις περιπτώσεις, ίσως είναι πάλι προτιμότερο να καθιερωθεί η χρήση του όρου «βελτίωση της προσβασιμότητας για όλους» ή «βελτίωση της προσβασιμότητας για [κατηγορία ατόμων με αναπηρία, π.χ. τυφλά άτομα ή άτομα με αναπηρικό αμαξίδιο]».

(!) Συχνά συναντάμε να χρησιμοποιούνται οι όροι «προσπελασιμότητα» και «προσβασιμότητα» με τον ίδιο τρόπο, είτε με την έννοια της προσέγγισης είτε της χρήσης είτε και των δύο. Μάλιστα πολύ συχνά και από πολλούς χρησιμοποιείται ο όρος «προσβασιμότητα», μάλλον καταχρηστικά, ως όρος-ομπρέλα για να περιγράψουν και (α) την απουσία εμποδίων σε σχέση με την προσπέλαση, αλλά και (β) την απουσία φραγμών άλλης μορφής, π.χ. διακρίσεων, ή και ακόμα (γ) την ευχρηστία. Δηλαδή χρησιμοποιείται με την ευρύτερη έννοια, αυτής της «πρόσβασης» (βλ. ενότητα 4.4.1).

(i) Με τον όρο «προφίλ προσβασιμότητας» ή στην πιο επίσημη μορφή του «δήλωση προσβασιμότητας» (π.χ. μια υποδομής, μιας διαδρομής, μιας περιοχής, ενός συστήματος, κ.λπ.) νοείται το σύνολο των πληροφοριών που περιγράφουν τα στοιχεία και τα χαρακτηριστικά προσβασιμότητας τα οποία θα συναντήσουν οι ενδιαφερόμενοι χρήστες. Το προφίλ προσβασιμότητας περιέχει έγκυρα δεδομένα, ώστε ο δυνητικός χρήστης να μπορεί να κρίνει αν η υποδομή, διαδρομή, κ.λπ. είναι κατάλληλη για τον ίδιο, καθώς και να προγραμματίσει και να σχεδιάσει την επίσκεψή του. Η δήλωση προσβασιμότητας περιλαμβάνει επιπλέον πληροφορίες σχετικά με τις διαδικασίες που ακολουθήθηκαν για τον έλεγχο/πιστοποίηση της προσβασιμότητας (με ποιόν τρόπο, από ποιόν, πότε, κ.λπ.).

(i) Μια ακόμα σημαντική διαπίστωση, σύμφωνα και τους παραπάνω τεχνικούς ορισμούς, είναι ότι η προσπελασιμότητα και η προσβασιμότητα θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως απόλυτες προϋποθέσεις για τη χρήση. Βέβαια, από εκεί και πέρα, τίθεται το ζήτημα της ευχρηστίας.

Ευχρηστία

Με τον όρο «ευχρηστία» (αγγλ. usability) αναφερόμαστε στο χαρακτηριστικό ενός περιβάλλοντος ή στο χαρακτηριστικό ενός στοιχείου σε ένα περιβάλλον που διασφαλίζει την ολοκλήρωση της επιθυμητής χρήσης του με τρόπο άνετο, αποτελεσματικό και ικανοποιητικό. Σε αντίθεση με την προσβασιμότητα και την προσπελασιμότητα, που είναι αντικειμενικές έννοιες (βασίζονται σε γεγονότα) και λαμβάνουν δυαδικές τιμές (true-false), ευχρηστία είναι υποκειμενική έννοια (βασίζεται σε γνώμη) και κλιμακούμενη (δηλ. μπορεί να αξιολογηθεί από τον χρήστη σε μια κλίμακα π.χ. από το 1 έως το 10).

Παράδειγμα: Ευχρηστία ενός WC για χρήστη με αναπηρικό αμαξίδιο

Στο ίδιο παράδειγμα με το προηγούμενο, στο διπλανό σχήμα: Δεν εξετάζεται πλέον αν εμποδίζονται οι επιμέρους χρήσεις α, β, γ και δ. Εδώ, τα σύμβολα ,  και  υποδηλώνουν τον βαθμό στον οποίο μια επιμέρους χρήση μπορεί να ολοκληρωθεί άνετα, αποτελεσματικά και ικανοποιητικά από τον χρήστη. Σε αυτό το παράδειγμα, ο χρήστης μπορεί να ανάψει το φως (α) χωρίς καμία δυσκολία (π.χ. δεν χρειάζεται ιδιαίτερη δύναμη ή επιδεξιότητα), αλλά η προσέγγιση και χρήση της λεκάνης (β) δεν είναι ιδιαίτερα εύκολή (π.χ. γιατί η χειρολαβή είναι σταθερή και ο χώρος που αφήνει δεν είναι αρκετός για άνετους ελιγμούς ή ο ελεύθερος χώρος για τα πόδια είναι στενός). Έτσι, χωρίς να μπορέσει να πλύνει (γ) και να στεγνώσει τα χέρια του (δ), αναγκάζεται να φύγει αρκετά δυσαρεστημένος. Επομένως, το WC είναι μη εύχρηστο, κοινώς μη φιλικό και εύκολο στη χρήση, για τον χρήστη του παραδείγματος.

Προσβασιμότητα για όλους

Ο όρος «προσβασιμότητα για όλους» (αγγλ. accessibility for all) δεν έχει τεχνικό χαρακτήρα. Με τον όρο αυτό αναφερόμαστε κυρίως σε πολιτικές και προσεγγίσεις που έχουν ως στόχο τη διαμόρφωση ενός περιβάλλοντος που να επιτρέπει σε όλα τα μέλη της κοινωνίας, χωρίς διακρίσεις φύλου, ηλικίας και λοιπών χαρακτηριστικών (αναπηρία, σωματική διάπλαση, δύναμη, αντίληψη κ.λπ.) να μπορούν αυτόνομα, με ασφάλεια και με άνεση να προσεγγίζουν και να χρησιμοποιούν τις προσφερόμενες υποδομές, υπηρεσίες και αγαθά.

(i) Ο όρος «προσβασιμότητα για όλους» αναφέρεται όχι μόνο σε υποδομές ή μέσα μεταφοράς, αλλά και σε υπηρεσίες, αγαθά, εξοπλισμούς, μηχανισμούς, υπολογιστικά συστήματα, ψηφιακά μέσα, κ.λπ. Καθορίζει δε στην ουσία τον βαθμό αυτονομίας, αξιοπρέπειας και ασφάλειας των ατόμων σε σχέση με το περιβάλλον (φυσικό, δομημένο, ψηφιακό, κ.λπ.).

Η «προσβασιμότητα για όλους», ως στόχος με όλες οι συνιστώσες του, δηλαδή τον «καθολικό σχεδιασμό» (βλ. παρακάτω), την διασφάλιση «εύλογων προσαρμογών (συμπερ. της «υποστηρικτικής τεχνολογίας», των «μορφών ζωντανής βοήθειας και ενδιαμέσων», κ.λπ.), αποσκοπεί στη διασφάλιση της ισότιμης συμμετοχής κάθε ατόμου, και υπό αυτήν την έννοια αποτελεί εργαλείο για την επίτευξη της «καθολικής πρόσβασης» και για την καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού. Για την επίτευξη του στόχου της «καθολικής πρόσβασης», τα μέτρα για τη βελτίωση της «προσβασιμότητας για όλους» πρέπει να είναι οριζόντια -δηλαδή να αφορούν όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής (π.χ. το δομημένο περιβάλλον, τις μεταφορές, την εκπαίδευση, την κατάρτιση, τη δια βίου μάθηση, την κοινωνία της πληροφορίας κ.λπ.)- αλλά και στοχευμένα.

Προσβάσιμη αλυσίδα

Ο όρος «προσβάσιμη αλυσίδα» αφορά σειρά αλληλεξαρτώμενων και αλληλοσυμπληρούμενων παρεμβάσεων προσβασιμότητας, που διασφαλίζουν την αυτονομία, άνεση και ασφάλεια κίνησης των ατόμων με αναπηρία και γενικότερα των εμποδιζόμενων ατόμων. Η συνδυασμένη εφαρμογή προσβάσιμων αλυσίδων δημιουργεί τα προσβάσιμα δίκτυα. Κρίκοι αυτής της αλυσίδας είναι τα κτίρια, οι δρόμοι και τα πεζοδρόμια, οι συγκοινωνίες, το προσωπικό διαφόρων υπηρεσιών, η σήμανση, η πληροφόρηση κ.λπ. Για παράδειγμα, στον τομέα του τουρισμού, η διασφάλιση της προσβάσιμης αλυσίδας (προσβάσιμες μεταφορές, προσβάσιμες υποδομές διαμονής και εστίασης, προσβάσιμο αστικό περιβάλλον, προσβάσιμα αξιοθέατα, δραστηριότητες, κ.ά.) είναι απαραίτητη για την προσέλκυση και ποιοτική εξυπηρέτηση τουριστών με αναπηρία και τρίτης ηλικίας.

Φυσική προσβασιμότητα

Ο όρος «φυσική προσβασιμότητα» (αγγλ. physical accessibility) αναφέρεται στη δυνατότητα κατά το δυνατόν αυτόνομης, αξιοπρεπούς και ασφαλούς κίνησης σε ένα περιβάλλον και κατά το δυνατόν αυτόνομης, αξιοπρεπούς και ασφαλούς αντίληψης, προσέγγισης και χρήσης των στοιχείων που συνθέτουν το περιβάλλον (υποδομές, οχήματα, μηχανήματα, ψηφιακά συστήματα, αγαθά, υπηρεσίες κ.ά.).

Η φυσική προσβασιμότητα ενός περιβάλλοντος για έναν χρήστη εξαρτάται από:

  • τα φυσικά εμπόδια (βλ. 4.4.3) τα οποία τον βλάπτουν*,
  • τα εμπόδια προσβασιμότητας (βλ. 4.4.3) τα οποία τον βλάπτουν*,
  • την απουσία εναλλακτικών επιλογών (βλ. 4.5.1) που μπορεί να αντιληφθεί και να ακολουθήσει για να παρακάμψει εμπόδια που τον βλάπτουν*, και
  • την απουσία υποστηρικτικών προσαρμογών (βλ. 4.5.2) που μπορεί να αντιληφθεί και να αξιοποιήσει, και
  • λοιπούς φραγμούς που τον βλάπτουν*, όπως για παράδειγμα συμπεριφορές και ενέργειες άλλων ατόμων στο περιβάλλον.

(*) διότι διαμορφώνουν συνθήκες που θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια των χρηστών ή προσβάλουν την αξιοπρέπειά τους ή δεν τους επιτρέπουν να συνεχίσουν κανονικά (αυτόνομα) ή καθιστούν απαραίτητη την οικειοθελή βοήθεια από τρίτους
ή καθιστούν υποχρεωτική την αναζήτηση και χρήση μη προβλεπόμενου εξοπλισμού.

Ψηφιακή προσβασιμότητα

Ο όρος «ψηφιακή προσβασιμότητα» (αγγλ. digital accessibility) αναφέρεται στη δυνατότητα κατά το δυνατόν αυτόνομης, άνετης, αξιοπρεπούς και ασφαλούς κατανόησης και αλληλεπίδρασης με ψηφιακά συστήματα και προϊόντα (συσκευές, όργανα, μέσα αποθήκευσης, αλλά και άυλα στοιχεία τους, όπως εφαρμογές λογισμικού και πληροφορίες σε μορφή κειμένου, εικόνας, ήχου κ.λπ.

(i) Ο όρος «ηλεκτρονική προσβασιμότητα» (αγγλ. electronic accessibility ή e-Accessibility) προηγήθηκε και χρησιμοποιείται ακόμα και σήμερα συχνά έναντι του όρου «ψηφιακή προσβασιμότητα». Όμως, πιο σωστό είναι να περιορίζεται η χρήση σε ότι αφορά τις «ηλεκτρονικές διεπαφές του χρήστη» και το «πληροφορία» (έννοιες που παρουσιάζονται παρακάτω), π.χ. σε ιστότοπους, διαδικτυακές υπηρεσίες, εφαρμογές κινητών, κ.λπ.


Η ψηφιακή προσβασιμότητα ενός συστήματος ή προϊόντος για έναν χρήστη εξαρτάται από:

  • τα εμπόδια προσβασιμότητας (βλ. 4.4.3) στη φυσική διεπαφή με τον χρήστη τα οποία τον βλάπτουν*,
  • τα εμπόδια προσβασιμότητας στην ηλεκτρονική διεπαφή με τον χρήστη τα οποία τον βλάπτουν*,
  • τα εμπόδια προσβασιμότητας στην ηλεκτρονική πληροφορία τα οποία τον βλάπτουν*,
  • την απουσία εναλλακτικών επιλογών (βλ. 4.5.1) που μπορεί να αντιληφθεί και να ακολουθήσει για να παρακάμψει εμπόδια που τον βλάπτουν*, και
  • την απουσία υποστηρικτικών προσαρμογών (βλ. 4.5.2) που μπορεί να αντιληφθεί και να αξιοποιήσει, και
  • λοιπούς φραγμούς που τον βλάπτουν*, όπως για παράδειγμα συμπεριφορές και ενέργειες άλλων χρηστών/χειριστών.

(*) διότι διαμορφώνουν συνθήκες που θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια των χρηστών ή προσβάλουν την αξιοπρέπειά τους ή δεν τους επιτρέπουν να συνεχίσουν κανονικά (αυτόνομα) ή καθιστούν απαραίτητη την οικειοθελή βοήθεια από τρίτους
ή καθιστούν υποχρεωτική την αναζήτηση και χρήση μη προβλεπόμενου εξοπλισμού.


(i) Παραδείγματα «εναλλακτικών επιλογών» για να παρακάμψει ένας χρήστης εμπόδια που συναντά σε ένα ψηφιακό σύστημα είναι: η διάθεση εναλλακτικών εκδόσεων για ηλεκτρονικά έγγραφα που αναρτιούνται σε μια ιστοσελίδας (βλ. ενότητα 4.8.7), η δυνατότητα πρόσβασης με εναλλακτικούς τρόπους σε μια υπηρεσία που διατίθεται επιγράμμικα (online), όπως μέσω τηλεφώνου, email ή και δια ζώσης, η διάθεση τερματικών/workstations με τυπική διάταξη για εκπαιδευόμενους χωρίς αναπηρία και με διάταξη που περιλαμβάνει υποστηρικτικές τεχνολογίες (βλ. ενότητα 4.5.6) για εκπαιδευόμενους με αναπηρία, κ.ά.

(i) Παραδείγματα «υποστηρικτικών προσαρμογών» που μπορεί να διευκολύνουν ένα χρήστη σε ένα ψηφιακό σύστημα είναι: η ενσωμάτωση ακουστικής αναγγελίας σε έναν ανελκυστήρα ή σε ένα μηχάνημα αυτόματης εξυπηρέτησης, η ενσωμάτωση σε έναν ιστότοπο ειδικών επιλογών για προσαρμογή των ρυθμίσεων, όπως μέγεθος γραμματοσειράς, αλλαγή χρωμάτων/αντίθεσης, κ.λπ.

(i) «Λοιποί φραγμοί» που μπορεί να υφίστανται σε σχέση με ένα ψηφιακό σύστημα μπορεί να οφείλονται, για παράδειγμα, από την ακατάλληλη/ανεπαρκή στάση του εκπαιδευτή σε ένα online μάθημα ή του τεχνικού που παρέχει συμβουλές πίσω από ένα online help desk.

Με τον όρο «διεπαφή με τον χρήστη» (ή «διεπαφή του χρήστη», αγγλ. user interface) ενός συστήματος εννοούμε τα μέρη αυτά τους συστήματος τα οποία γίνονται αντιληπτά από τους χρήστες, άμεσα με τις αισθήσεις τους (όραση, ακοή, αφή, κ.λπ.), και με τα οποία μπορεί να αλληλεπιδράσει ο χρήστης για να επικοινωνήσει τις εντολές του στο σύστημα και να κάνει χρήση των λειτουργιών που του προσφέρονται από το σύστημα.

Η «διεπαφή με τον χρήστη» ενός συστήματος είναι αυτή που:

  • ενημερώνει τον χρήστη σχετικά με:
  • τις λειτουργίες (επιλογές) που μπορεί να του προσφέρει το σύστημα,
  • τις ενέργειες που μπορεί να εκτελέσει ο χρήστης (οδηγίες χρήσης) και τα μέσα με οποία θα χρειαστεί να αλληλεπιδράσει (στοιχεία ελέγχου), ώστε να ενεργοποιήσει την κάθε λειτουργία,
  • την κατάσταση του συστήματος ανά πάσα στιγμή,
  • αναγνωρίζει τις ενέργειες του χρήστη (user input) και να τις μεταφράζει σε εντολές προς το σύστημα,
  • παρουσιάζει/παραδίδει στον χρήστη μηνύματα και αποτελέσματα του συστήματος (system output) ‒προϊόν εσωτερικών, μη ορατών στον χρήστη, διεργασιών του συστήματος.

Εμπόδια προσβασιμότητας στη διεπαφή με τον χρήστη υφίστανται όταν αυτή έχει σχεδιαστεί με τρόπο που δεν της επιτρέπει να παρέχει τα παραπάνω σε κάποιες κατηγορίες χρηστών, σε ίση βάση με τους υπόλοιπους χρήστες.

Με τον όρο «φυσική διεπαφή με τον χρήστη» αναφερόμαστε σε όλα εκείνα τα φανερά και χειροπιαστά (υλικά) στοιχεία ενός συστήματος (π.χ. μιας συσκευής) με τα οποία καλείται να αλληλεπιδράσει ο χρήστης ώστε να κάνει χρήση των λειτουργιών που του προσφέρονται από το σύστημα. Για παράδειγμα: κουμπιά, πληκτρολόγια, οθόνες αφής, συσκευές κατάδειξης (ποντίκι, joystick, κ.ά.), τηλεχειριστήρια, διακόπτες, λεβιέδες, οθόνες υπολογιστή, θύρες υπολογιστή, υποδοχές δίσκων DVD, υποδοχές νομισμάτων, έξοδοι εκτυπωμένων αποδείξεων, κ.λπ.

Με τον όρο «ηλεκτρονική διεπαφή με τον χρήστη» αναφερόμαστε σε όλα εκείνα τα φανερά αλλά ηλεκτρονικά (άυλα) στοιχεία ενός συστήματος (π.χ. μιας εφαρμογής που «τρέχει» σε μια συσκευή) με τα οποία καλείται να αλληλεπιδράσει ο χρήστης ώστε να κάνει χρήση των λειτουργιών που του προσφέρονται από το σύστημα. Για παράδειγμα[8]: menus, search fields, dropdown lists, checkboxes, buttons, text fields, date fields, links, page scroll bars, breadcrumbs, display areas, icons, soft keyboards, magnifiers, cursors & pointers, speech input, eye-gaze systems, sounds, audio output, κ.λπ.

(!) Η βασική διαφορά μεταξύ της «φυσικής διεπαφής με τον χρήστη» και της «ηλεκτρονικής διεπαφής με τον χρήστη» ενός ψηφιακού συστήματος είναι ότι η δεύτερη «εξαφανίζεται» μόλις «σβήσουμε/απενεργοποιήσουμε» τη συσκευή, κάτι που δεν ισχύει φυσικά για την πρώτη.

(!) Σημείωση: Δεν έχουν όλα τα ψηφιακά συστήματα «διεπαφή με τον χρήστη», δηλαδή να απαιτείται αλληλεπίδραση με τον χρήστη. Για παράδειγμα, μια συσκευή digital signage που προβάλει για παράδειγμα ένα διαφημιστικό μήνυμα σε μορφή βίντεο, ως προς τον τελικό χρήστη δεν έχει ούτε φυσική ούτε ηλεκτρονική διεπαφή με τον χρήστη, αλλά μόνο «περιεχόμενο», οπότε και η ψηφιακή του προσβασιμότητα για τον τελικό χρήστη καθορίζεται από την προσβασιμότητα του περιεχομένου (π.χ. έχει υπότιτλους ή/και διερμηνεία στη νοηματική για κωφούς;).

Με τον όρο «ηλεκτρονική πληροφορία» αναφερόμαστε στο ηλεκτρονικό (άυλο) περιεχόμενο ενός ψηφιακού συστήματος που παρουσιάζεται σε μορφή/δομή αναγνωρίσιμη από τον άνθρωπο (δηλ. κείμενο, εικόνα ή/και ήχο, π.χ. σε μορφή αρχείου εικόνας/ήχου/video ή σε μορφή εγγράφου του Word, παρουσίασης PowerPoint, υπολογιστικών φύλλων Excel, εγγράφου PDF, ιστοσελίδας, email, κ.λπ.), και το οποίο ο χρήστης μπορεί να προβάλει, επεξεργαστεί, αποθηκεύσει στη μνήμη ή αποστείλει/ λάβει με τη χρήση του συστήματος.

Εμπόδια προσβασιμότητας στην πληροφορία υφίστανται όταν αυτή έχει σχεδιαστεί/παραχθεί με τρόπο που δεν επιτρέπει σε κάποιες κατηγορίες χρηστών να δουν/διαβάσουν/ακούσουν την πληροφορία ή μέρος της πληροφορίας, σε ίση βάση με τους υπόλοιπους χρήστες.

(!) Σημείωση: Δεν έχουν όλα τα ψηφιακά συστήματα «περιεχόμενο», τουλάχιστον ως προς τον τελικό χρήστη. Κάποια συστήματα μπορεί για τον τελικό χρήστη να έχουν μόνο «λειτουργίες» τις οποίες διαχειρίζεται ο χρήστης μέσω της διεπαφής.

(i) Για να έχει πρόσβαση ο χρήστης στη «φυσική διεπαφή του χρήστη» ενός συστήματος, δηλαδή για να είναι σε θέση να ξεκινήσει την αλληλεπίδραση μαζί του, μία αναγκαία προϋπόθεση είναι η προσπελασιμότητα του συστήματος (βλ. ενότητα 4.7), δηλαδή να μπορεί στην ουσία να φτάσει σε αυτό μέσα από προσβάσιμες διαδρομές στο περιβάλλον.

Αντίστοιχα για να έχει πρόσβαση ο χρήστης στην «ηλεκτρονική διεπαφή του χρήστη» ενός συστήματος, δηλαδή για να είναι σε θέση να κάνει χρήση των λειτουργιών του, αναγκαία προϋπόθεση είναι η προσπελασιμότητα του συστήματος και η προσβασιμότητα της φυσικής διεπαφής. Δηλαδή, να μπορεί ο χρήστης να φτάσει στο σύστημα και να μπορεί χρησιμοποιήσει τα χειριστήριά του.

Αντίστοιχα για να έχει πρόσβαση ο χρήστης στην «πληροφορία» ενός συστήματος, δηλαδή για να είναι σε θέση να δει/διαβάσει/ακούσει περιεχόμενη πληροφορία του, αναγκαία προϋπόθεση είναι η προσπελασιμότητα του συστήματος και η προσβασιμότητα της φυσικής διεπαφής. Δηλαδή, να μπορεί ο χρήστης να φτάσει στο σύστημα και να μπορεί χρησιμοποιήσει τα χειριστήριά του.

Διαδικτυακή προσβασιμότητα

Η «Διαδικτυακή προσβασιμότητα» ή «Προσβασιμότητα στον Παγκόσμιο Ιστό» (αγγλ. web accessibility) αφορά στη σχεδίαση και ανάπτυξη περιεχομένου του Παγκόσμιου Ιστού με τρόπο που να διασφαλίζει «διεπαφές με τον χρήστη» και «πληροφορία» ελεύθερες από εμπόδια που απαγορεύουν την πρόσβαση ή περιορίζουν την αλληλεπίδραση σε διάφορες κατηγορίες χρηστών και διάφορες συνθήκες πρόσβασης.

Αφορά σε μια σειρά από τεχνολογίες με διαφορετικές «διεπαφές με τον χρήστη» (ιστοσελίδες, ηλεκτρονικές υπηρεσίες, email, mobile apps, κ.λπ.) και το σύνολο της «πληροφορίας» τους, για το σύνολο των οποίων χρησιμοποιείται ο όρος «περιεχόμενο του Παγκόσμιου Ιστού[9]».

Στις διάφορες κατηγορίες χρηστών συμπεριλαμβάνονται οι χρήστες με περιορισμούς σε «σημαντικό» βαθμό ως προς την ακοή, όραση, επεξεργασία πληροφορίας, κ.λπ., δηλαδή κατά κύριο λόγο άτομα με αναπηρίες. Οι διάφορες συνθήκες πρόσβασης σχετίζονται, για παράδειγμα, με τη συσκευή του χρήστη (PC, έξυπνο τηλέφωνο, tablet, κ.ά.), με την ποιότητα της σύνδεσης στο Internet (εύρος ζώνης και ταχύτητα) και με τη χρήση «υποστηρικτικών τεχνολογιών» (π.χ. αναγνώστες οθόνης για τυφλούς – βλ. ενότητα 4.5.6), για τις οποίες εγείρονται κυρίως θέματα συμβατότητας.

Για παράδειγμα, «προσβάσιμος Ιστότοπος [για άτομα με αναπηρία]» σημαίνει ότι ο ιστότοπος (διεπαφή και πληροφορία) και είναι σχεδιασμένος με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι αντιληπτός, χρηστικός και κατανοητός από τα άτομα με αναπηρία, ακόμη και όταν χρησιμοποιούν υποστηρικτικές τεχνολογίες. Έτσι, ένας προσβάσιμος ιστότοπος ή μια προσβάσιμη εφαρμογή για φορητές συσκευές θα πρέπει να είναι εύκολος/η στην περιήγηση, πλοήγηση, κατανόηση, λειτουργία και αλληλεπίδραση μαζί του/της καθώς και να μπορεί να χρησιμοποιηθεί με ασφάλεια, προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, αυτονομία και αξιοπρέπεια από ένα άτομο με αναπηρία (European Disability Forum).

Σε διεθνές επίπεδο, η Κοινοπραξία του Παγκόσμιου Ιστού[10] (W3C) αναγνωρίζοντας ότι κάποιοι χρήστες με αναπηρία αντιμετωπίζουν δυσκολίες κατά τη χρήση υπολογιστών γενικά, αλλά και στον Ιστό, δυσκολίες που πηγάζουν από λάθος προσεγγίσεις σχεδιασμού, ξεκίνησε την Πρωτοβουλία για την Προσβασιμότητα στον Ιστό[11] το 1997 με την έγκριση του Λευκού Οίκου και των μελών του W3C. Η Πρωτοβουλία αναπτύσσει πρότυπα και υλικό υποστήριξης για να βοηθήσει τους δημιουργούς των στοιχείων που συνθέτουν τον Παγκόσμιο Ιστό να κατανοήσουν και να εφαρμόζουν την προσβασιμότητα. Αυτά τα στοιχεία περιλαμβάνουν περιεχόμενο Ιστού (web content, π.χ. ιστοσελίδες), προγράμματα περιήγησης Ιστού (web browsers), προγράμματα αναπαραγωγής πολυμέσων (media players), εργαλεία συγγραφής (authoring tools) και εργαλεία αξιολόγησης (evaluation tools).

Με τα χρόνια και αφού διαπιστώθηκε ότι καθιστώντας το περιεχόμενο του Ιστού πιο προσβάσιμο για τα άτομα με αναπηρία ωφελείται επίσης ένα ευρύ φάσμα χρηστών που χρησιμοποιούν για παράδειγμα φορητές συσκευές, οι οποίες έχουν περιορισμένους πόρους, η έννοια της «προσβασιμότητας» και ο στόχος της Πρωτοβουλίας διευθύνθηκε ώστε να υποστηρίξει την ανάπτυξη «ιστοσελίδων, εφαρμογών και λοιπών ψηφιακών δημιουργιών πιο προσβάσιμες και εύχρηστες σε όλους», ώστε να εξασφαλίζεται η δυνατότητα πρόσβαση στον μέγιστο δυνατό αριθμό χρηστών του Παγκόσμιου Ιστού, ανεξάρτητα από:

  • το είδος της συσκευής μέσω της οποίας ο χρήστης επισκέπτεται τον Ιστό (notebook, laptop, tablet, PC, smart phone, workstation, κλπ.),
  • τον πλοηγό και την έκδοση του πλοηγού που έχει επιλέξει ο χρήστης για την πρόσβασή του στο Διαδίκτυο (Internet Explorer, Firefox, Opera, Google Chrome, κλπ.),
  • τις όποιες υποστηρικτικές τεχνολογίες μπορεί να έχει ανάγκη και να χρησιμοποιεί ο χρήστης (αναγνώστες οθόνης, ειδικές συσκευές εισόδου, εφαρμογές μεγέθυνσης, κλπ.),
  • το είδος και τον βαθμό αναπηρίας του χρήστη (μειωμένη όραση, αχρωματοψία, κώφωση, κλπ.)

(i) Σε σχέση με τη διαδικτυακή προσβασιμότητα και συγκεκριμένα για την ανάπτυξη προσβάσιμων ιστότοπων και εφαρμογών για φορητές συσκευές η Οδηγία (ΕΕ) 2016/2102 παραπέμπει στην εφαρμογή του ευρωπαϊκού προτύπου EN 301 549 το οποίο ενσωματώνει τις Οδηγίες για την Προσβασιμότητα του Περιεχομένου του Ιστού, έκδοση (WCAG), στην τρέχουσα έκδοσή τους (βλ. ενότητα 2.3.3).

(i) Όμως το ευρωπαϊκού προτύπου EN 301 549 παρέχει επίσης οδηγίες και κριτήρια προσβασιμότητας γενικότερα για την ψηφιακή προσβασιμότητα, αφού καλύπτει και:

(α) γενικότερα για υλικό (βλ. Κεφάλαια 4-8 και 11-13), δηλαδή για «φυσικές διεπαφές με τον χρήστη» των ψηφιακών συστημάτων,

(β) γενικότερα για λογισμικό (βλ. Κεφ. 11), δηλ. για «ηλεκτρονικές διεπαφές με τον χρήστη», και

(γ) ειδικότερα για ηλεκτρονικά non Web έγγραφα (βλ. Κεφ. 10), π.χ. για αυτόνομα έγγραφα που συνήθως παρέχονται ως «επισυναπτόμενα» ή «προς μετάπτωση» (downloads).

(i) Επιπλέον, σε σχέση με τη διαδικτυακή προσβασιμότητα, πέραν το οδηγιών WCAG του W3C που αφορά γενικά διαδικτυακούς τόπους/εφαρμογές/υπηρεσίες/περιεχόμενο, το W3C έχει αναπτύξει και εξειδικευμένα πρότυπα και οδηγίες που αφορούν:

(α) διαδικτυακούς τόπους, εφαρμογές και υπηρεσίες που προορίζονται για χρήση κυρίως μέσω κινητών (έξυπνα τηλέφωνα) και φορητών συσκευών (π.χ. wearables, tablets, έξυπνα τηλέφωνα κ.λπ.) – βλ. Mobile Web Best Practices 1.0.

(β) λογισμικό πρακτόρων (user agents), δηλαδή λογισμικού που αναλαμβάνει να συλλέξει, εξάγει και διευκολύνει την αλληλεπίδραση του χρήστη με τα περιεχόμενα του Ιστού – βλ. User Agent Accessibility Guidelines 2.0.

(γ) λογισμικό (εργαλεία) συγγραφής και διαχείρισης περιεχομένου Ιστού – βλ. Authoring Tool Accessibility Guidelines 2.0).

Προσβασιμότητα ηλεκτρονικών εγγράφων

Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, για την «ψηφιακή προσβασιμότητα» εκτός από την προσβασιμότητα της διεπαφής με τον χρήστη (φυσική και ηλεκτρονική), σημαντική είναι η προσβασιμότητα της «ηλεκτρονικής πληροφορίας», η οποία γενικά διακρίνεται σε δύο βασικές κατηγορίες: στο ενσωματωμένο περιεχόμενο και στα μη ενσωματωμένο περιεχόμενο. Το «ενσωματωμένο περιεχόμενο» είναι, για παράδειγμα, αυτό που παρουσιάζεται στον χρήστη όταν μέσω ενός πλοηγού (browser) επισκέπτεται μια ιστοσελίδα, ένα e-shop, ένα blog, κ.λπ., ενώ το «μη ενσωματωμένο περιεχόμενο» αφορά εν ολίγοις στα αυτόνομα αρχεία που δημιουργούνται, διατηρούνται ή/και διακινούνται μέσω των ψηφιακών συστημάτων (υπό τη μορφή «επισυναπτόμενου» (attachments) ή «προς μετάπτωση» (downloads) και προορίζονται για χρήση/ανάγνωση από άνθρωπο. Τέτοια αρχεία μπορεί να αφορούν σε ηλεκτρονικά έγγραφα (π.χ. Word, PDF, PowerPoint, Excel, HTML, κ.λπ.), ταινίες (π.χ. MP4), ηχητικά (π.χ. MP3) κ.ά.

Δεδομένου ότι μέσω του Διαδικτύου και γενικότερα των ψηφιακών συστημάτων διακινείται και δημοσιεύεται καθημερινά τεράστιο όγκος πληροφορίας στη μορφή μη ενσωματωμένου περιεχομένου, είναι απαραίτητο οι δημιουργοί του να προβλέπουν και για την προσβασιμότητα αυτού του περιεχομένου. Ιδίως όταν περιεχόμενο αυτό απευθύνεται για παράδειγμα στον πολίτη ή/και παράγεται με τη συγχρηματοδότηση από τα ΕΔΕΤ. Για παράδειγμα, ένα βίντεο που αφορά σε μια ενημερωτική καμπάνια για τον COVID, επιβάλλεται να είναι προσβάσιμο σε όλους, συμπεριλαμβανομένου, για παράδειγμα, στα κωφά άτομα, ενσωματώνοντας υπότιτλους και απόδοση στην νοηματική γλώσσα. Αντίστοιχα, τα ηλεκτρονικά έγγραφα, για παράδειγμα οι αποφάσεις του Δημοτικού Συμβουλίου που αναρτούν στην ιστοσελίδα του δήμου, θα πρέπει να δημιουργούνται με βάση διεθνείς οδηγίες και καλές πρακτικές σε μορφές προσβάσιμες, π.χ. προσβάσιμο Word[12] ή/και προσβάσιμο PDF[13], και ιδανικά να παρέχονται και σε εναλλακτικές ισοδύναμες μορφές, π.χ. σε μορφή απλού κειμένου (plain text), σε ακουστική μορφή (audio format), σε μορφή εύκολη για ανάγνωση (easy-to-read).


[1] Σε αντιπαράθεση με τη προσβασιμότητα που αφορά στη δυνατότητα να το χρησιμοποιήσει. Για παράδειγμα ένας ανελκυστήρας σε ένα κτίριο μπορεί να είναι προσπελάσιμος για ένα άτομο με αναπηρικό αμαξίδιο (πχ. δεν υπάρχουν σκαλιά που να εμποδίζουν να φτάσει σε αυτό), και ταυτόχρονα μπορεί να μην είναι προσβάσιμος για το άτομο αυτό (π.χ. το άνοιγμα της πόρτας δεν επιτρέπει την είσοδό του στον θάλαμο ή δεν επαρκούν οι εσωτερικές διαστάσεις).

[2] H οποία εξασφαλίζει ότι οι υφιστάμενες ικανότητες και ο τυχόν εξοπλισμός που φέρει ο χρήστης επαρκούν για την προσπέλασή του προορισμού.

[3] Π.χ. στο παραπάνω παράδειγμα, για ένα χρήστη με ηλεκτρικό σκούτερ που δεν χωράει στον ανελκυστήρα.

[4] Π.χ. σε περίπτωση που ανελκυστήρας είναι εκτός λειτουργίας.

[5] Δηλαδή δεν νοούνται ενδιάμεσες τιμές, π.χ. μερικώς προσπελάσιμο.

[6] Τον τελευταίο καιρό παρατηρείται η χρήση της συντομογραφίας a11y, όπως “a”, μετά 11 χαρακτήρες και μετά “y”.

[7] Ως «πλαίσιο χρήσης» ενός περιβάλλοντος ή ενός στοιχείου στο περιβάλλον ορίζουμε τις συνθήκες εκείνες κάτω από τις οποίες επιχειρεί το άτομο να κάνει χρήση του και οι οποίες μπορούν εν δυνάμει να εμποδίσουν ή να επηρεάσουν την ποιότητα της χρήσης του. Το πλαίσιο χρήσης, συμπεριλαμβάνει (α) τις τρέχουσες περιβαλλοντικές συνθήκες (όπως ο φωτισμός, ο θόρυβος, κλπ.) και (β) λοιπές κοινωνικοοικονομικές συνθήκες (π.χ. στο γραφείο, στην τάξη, στην ουρά ή εν κινήσει στο αυτοκίνητο).

[8] Εν προκειμένω προτιμήθηκε η χρήση των όρων όπως έχουν καθιερωθεί στην αγγλική προς αποφυγή παρερμηνειών και σύγχυσης με παρόμοιους όρους που αφορούν σε στοιχεία μιας φυσικής διεπαφής με τον χρήστη.

[9] Επομένως, η «προσβασιμότητα του περιεχομένου του Ιστού» ταυτίζεται επί της ουσίας με την έννοια «διαδικτυακή προσβασιμότητα».

[10] https://www.w3.org/

[11] https://www.w3.org/WAI/

[12] Βλ. https://support.microsoft.com/el-gr/office/δημιουργία-προσβάσιμων-εγγράφων-του-office/868ecfcd-4f00-4224-b881-a65537a7c155

[13] Βλ. https://www.adobe.com/accessibility/pdf/pdf-accessibility-overview.html και https://support.microsoft.com/el-gr/office/δημιουργία-pdf-με-εύκολη-πρόσβαση-064625e0-56ea-4e16-ad71-3aa33bb4b7ed

Share
We use cookies to personalize content and to analyze our traffic. Please decide if you are willing to accept cookies from our website.