Το μήνυμα της φετινής Παγκόσμιας Ημέρας Αρθρίτιδας, όπως παρουσιάζεται από την EULAR (European Alliance of Associations for Rheumatology) - Ευρωπαϊκή Συμμαχία Οργανώσεων Ατόμων με Ρευματικές Παθήσεις, είναι η παροχή περισσότερων πληροφοριών και η ανάδειξη στην κοινωνία των δυσκολιών και των προκλήσεων που αντιμετωπίζει ένα άτομο με ρευματικά νοσήματα σε όλη του τη ζωή: στην εργασία, στην οικογενειακή του ζωή, στην τήρηση των υποχρεώσεών του, στην καθημερινότητά του, ως παιδί, ως ενήλικας, ως ηλικιωμένος. Αναφέρεται επίσης στον ρόλο των επαγγελματιών υγείας, όπως των ρευματολόγων (τόσο των παιδιατρικών όσο και των ενηλίκων), των ιατρών της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας αλλά και των υπόλοιπων επαγγελματιών υγείας που ασχολούνται με τα ρευματικά νοσήματα στη δια βίου αντιμετώπιση της νόσου.
Στην Ελλάδα μέλος της EULAR και της EULAR PARE είναι η Ελληνική Εταιρεία Αντιρευματικού Αγώνα (ΕΛΕΑΝΑ) και σήμερα 12 Οκτωβρίου, σε συνεργασία με τους Δήμους, θα φωταγωγήσει κεντρικά κτίρια σε Αθήνα, Πειραιά και Δήμο Τρικκαίων.
Τα ρευματικά νοσήματα διαγιγνώσκονται καθυστερημένα ή δεν διαγιγνώσκονται καθόλου. Εάν δεν ληφθεί η κατάλληλη θεραπεία, οι καθημερινές δραστηριότητες θα επηρεαστούν μειώνοντας την ποιότητα ζωής και αυτό θα έχει αντίκτυπο στις σωματικές ικανότητες.
Μόνο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ένα επιπλέον εκατομμύριο εργαζόμενοι θα μπορούσαν να εργάζονται κάθε μέρα εάν η διάγνωση και η λήψη θεραπείας ήταν ευρύτερα προσβάσιμες για τα άτομα με ρευματικά νοσήματα.
Στην Ελλάδα οι πάσχοντες από ρευματικές παθήσεις συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν προβλήματα στην πρόσβασή τους στην υγεία και στην περίθαλψη, καθώς οι ανασφάλιστοι ρευματοπαθείς δεν έχουν τη δυνατότητα να συνταγογραφούν εκτός δημόσιων δομών υγείας, συνωστίζονται σε νοσοκομεία και σε άλλες Δημόσιες Δομές Υγείας, ενώ είναι ανοσοκατεσταλμένοι, επισκεπτόμενοι πολλές φορές και ιατρούς άλλης ειδικότητας, καθώς υπάρχουν πολλές περιοχές της χώρας χωρίς καθόλου ρευματολόγο σε νοσοκομείο ή άλλη δημόσια δομή. Κατά συνέπεια, οι ανασφάλιστοι ρευματοπαθείς δεν μπορούν να εξυπηρετηθούν και αυτό εγκυμονεί τεράστιους κινδύνους για την κατάσταση της υγείας τους.
Η ΕΣΑμεΑ θέτει επιτακτικά τους τελευταίους πολλούς μήνες στην ηγεσία του υπουργείου Υγείας την αδήριτη ανάγκη που υπάρχει για την εξαίρεση όλων των χρονίως πασχόντων από το άρθρο 38 του ν.4865/2021, για την ισότιμη πρόσβασή τους, όπως και πρότινος σε ιδιωτικά θεραπευτήρια αλλά και ιδιώτες ιατρούς για τη συνταγογράφηση των φαρμάκων και του αναλώσιμου υγειονομικού υλικού τους και την εκτέλεση του συνόλου των συνταγών τους από τα ιδιωτικά φαρμακεία.
Σύμφωνα με την ΕΛΕΑΝΑ και την EULAR: «Επί του παρόντος, δεν υπάρχει στοχευμένες θεραπείες για τις περισσότερες από τις ρευματικές παθήσεις. Η διάγνωση συχνά καθυστερεί και η θεραπεία θα πρέπει να λαμβάνεται για πολλά χρόνια, έως και δια βίου. Αυτό σημαίνει τακτικούς ελέγχους από τον ρευματολόγο και τη σχετική ομάδα, σε πιο σοβαρές περιπτώσεις παραμονή στο νοσοκομείο ή χειρουργική επέμβαση ,που ακολουθείται από αποκατάσταση και φυσιοθεραπεία και όλα αυτά χρειάζονται πολύ χρόνο, ενέργεια και οδηγούν σε μεγάλη αβεβαιότητα για το μέλλον του ατόμου. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, οι ρευματικές παθήσεις να έχουν τεράστιο αντίκτυπο στην ποιότητα ζωής των ατόμων με ρευματικό νόσημα. Χωρίς κατάλληλη πρόσβαση στη διάγνωση, τη θεραπεία, την αποκατάσταση και τις κοινωνικές υπηρεσίες, τα άτομα με ρευματικά νοσήματα μπορεί να αντιμετωπίσουν σημαντικά εμπόδια στην εκπαίδευση, την επαγγελματική ζωή, τις σχέσεις και τη δημιουργία οικογένειας, κοινωνικής ζωής και στις καθημερινές δραστηριότητες. Όλα αυτά συνοδεύονται από χρόνιο πόνο, παρενέργειες φαρμάκων, φόβο, μοναξιά, κατάθλιψη και κόπωση που επηρεάζουν τη ζωή όχι μόνο του ατόμου με ρευματικό νόσημα αλλά και των μελών της οικογένειας και των φροντιστών».