- Νέα
Ικανοποίηση αιτημάτων του αναπηρικού κινήματος για τις αναπηρικές συντάξεις, ο αγώνας συνεχίζεται!

Δύο διευκρινιστικές εγκύκλιοι του άρθρου 26 του νόμου 4997/2022 σχετικά με τις αναπηρικές συντάξεις εκδόθηκαν τις προηγούμενες ημέρες, που ικανοποιούν δύο πάγια αιτήματα της ΕΣΑμεΑ και του αναπηρικού κινήματος: Καταρχάς διορθώθηκε η αδικία και χιλιάδες ασφαλισμένοι των πρώην ΝΑΤ, ΟΑΕΕ, ΟΓΑ (υπάρχει μεταβατική διάταξη, θα ισχύσει από 1/1/2024), μπορούν άμεσα να βγουν στη σύνταξη με ποσοστό αναπηρίας 50% και όχι 67%, όπως ίσχυε μέχρι τώρα. Θεσπίστηκε επίσης ενιαία ημερομηνία καταβολής σύνταξης αναπηρίας, από την πρώτη ημέρα υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας.

Η ΕΣΑμεΑ συμμετέχει στην Ομάδα Εργασίας του υπουργείου Εργασίας σχετικά με τη θέσπιση ενιαίων κανόνων για όλες τις συντάξεις αναπηρίας και παροχές αναπηρίας του e-ΕΦΚΑ και αποκατάσταση των αδικιών. Μαζί με τους φορείς της διεκδικεί δίκαιες συντάξεις και παροχές προς τα άτομα με αναπηρία, χρόνιες παθήσεις και τις οικογένειές τους.


Οι εγκύκλιοι που δημοσιεύθηκαν:

  • «Κοινοποίηση της διάταξης του άρθρου 21 του ν. 4997/2022 περί καθορισμού του αρμόδιου οργανισμού για την κρίση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος σε περίπτωση διαδοχικής ασφάλισης μεταξύ του Ηλεκτρονικού Εθνικού Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης και άλλων ασφαλιστικών οργανισμών – Τροποποίηση παρ. 1 έως 3 άρθρου 2 ν.δ. 4202/1961», και
  • «Σύνταξη λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο - Προσθήκη άρθρου 11Α στον ν. 4387/2016. Γνωστοποίηση των διατάξεων του άρθ. 26 του ν. 4997/2022»


Άρθρο 26: Σύνταξη λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο - Προσθήκη άρθρου 11Α στον ν. 4387/2016

1. Στον ν. 4387/2016 (Α’ 85), μετά από το άρθρο 11, προστίθεται άρθρο 11Α, ως εξής:

«Άρθρο 11Α

Σύνταξη λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο

1. Οι ασφαλισμένοι του e-Ε.Φ.Κ.Α. δικαιούνται κύρια σύνταξη λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο για όσο χρονικό διάστημα πιστοποιούνται, ως άτομα με αναπηρία με ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον πενήντα τοις εκατό (50%), στο οποίο περιλαμβάνεται και η τυχόν προσαύξηση σύμφωνα με την παρ. 2, εφόσον έχουν διακόψει με οποιονδήποτε τρόπο την υπακτέα στην ασφάλιση εργασία, απασχόληση ή ιδιότητά τους και έχουν πραγματοποιήσει σε κλάδο κύριας ασφάλισης:

α) τουλάχιστον δεκαπέντε (15) έτη ή τέσσερις χιλιάδες πεντακόσιες (4.500) ημέρες ασφάλισης, ή

β) τουλάχιστον πέντε (5) έτη ή χίλιες πεντακόσιες (1.500) ημέρες ασφάλισης, εκ των οποίων τουλάχιστον δύο (2) έτη ή εξακόσιες (600) ημέρες ασφάλισης εντός των τελευταίων πέντε (5) ετών πριν από την ημερομηνία έναρξης της αναπηρίας ή πριν από το έτος έναρξης της αναπηρίας. Αν κατά τη διάρκεια των πέντε (5) αυτών ετών ο ασφαλισμένος έχει επιδοτηθεί για ασθένεια ή ανεργία ή έχει συνταξιοδοτηθεί, η περίοδος των πέντε (5) ετών επεκτείνεται για ίσο χρόνο με αυτόν της επιδότησης ή συνταξιοδότησης, ή

γ) τουλάχιστον ένα (1) έτος ή τριακόσιες (300) ημέρες ασφάλισης και δεν έχει συμπληρώσει το εικοστό πρώτο (21ο) έτος της ηλικίας. Οι ανωτέρω τριακόσιες (300) ημέρες ασφάλισης αυξάνονται προοδευτικά σε χίλιες πεντακόσιες (1.500) ημέρες ασφάλισης με την προσθήκη εκατόν είκοσι (120) ημερών ασφάλισης για κάθε έτος ηλικίας πέραν του εικοστού πρώτου (21ου) μέχρι τη συμπλήρωση του τριακοστού πρώτου (31ου).

2. Το ποσοστό αναπηρίας με βάση ιατρικά κριτήρια (ποσοστό ιατρικής αναπηρίας) και η επίδραση της αναπηρίας στην καθολική ικανότητα για άσκηση του συνήθους ή παρεμφερούς επαγγέλματος ή την ανάκτηση της ικανότητας αυτής (ποσοστό ασφαλιστικής αναπηρίας) προσδιορίζονται αποκλειστικά από το Κέντρο Πιστοποίησης Αναπηρίας (Κ.ΕΠ.Α.). Το ποσοστό ασφαλιστικής αναπηρίας που έχει προσδιορισθεί από το Κ.ΕΠ.Α. δύναται να προσαυξηθεί και λόγω κοινωνικών κριτηρίων ή κριτηρίων αγοράς εργασίας, κατά τον προσδιορισμό της βαθμίδας αναπηρίας από το αρμόδιο ασφαλιστικό όργανο, σύμφωνα με τις περ. α), β) και γ) της παρ. 5 του άρθρου 28 του α.ν. 1846/1951 (Α’ 179), περί του καθορισμού των βαθμίδων αναπηρίας σε βαριά ανάπηρους, ανάπηρους και μερικά ανάπηρους, αντίστοιχα. Για τους παλαιούς ασφαλισμένους το συνολικό ποσοστό ασφαλιστικής αναπηρίας δεν μπορεί να ξεπερνά τις δεκαεπτά (17) αυτοτελείς ποσοστιαίες μονάδες επί του ποσοστού που προσδιορίζεται με βάση τα ιατρικά κριτήρια. Για τους νέους ασφαλισμένους το συνολικό ποσοστό ασφαλιστικής αναπηρίας δεν δύναται να ξεπερνά τις δεκαπέντε (15) ποσοστιαίες μονάδες επί του ποσοστού που προσδιορίζεται με βάση τα ιατρικά κριτήρια.

3. Το δικαίωμα σε σύνταξη λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο αρχίζει από την ημέρα υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις συνταξιοδότησης, σύμφωνα με την παρ. 1, εκτός εάν η αρμόδια υγειονομική επιτροπή του ΚΕ.Π.Α., που πιστοποιεί το ποσοστό ασφαλιστικής αναπηρίας του ασφαλισμένου, ορίσει ότι η ισχύς της πιστοποίησης αναπηρίας εκκινεί σε μεταγενέστερο χρονικό σημείο. Σε αυτή την περίπτωση το δικαίωμα σε σύνταξη του πρώτου εδαφίου αρχίζει από την ημερομηνία ισχύος της πιστοποίησης αναπηρίας.

4. Η σύνταξη λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο καταβάλλεται για όσο χρονικό διάστημα ισχύει η πιστοποίηση της αρμόδιας υγειονομικής επιτροπής του ΚΕ.Π.Α.. Αν υποβληθεί νέα αίτηση για πιστοποίηση αναπηρίας, πριν από τη λήξη ισχύος της πιστοποίησης, από ασφαλισμένο που είχε πιστοποιηθεί με ποσοστό αναπηρίας ανώτερο του εξήντα επτά τοις εκατό (67%), κατ’ εφαρμογή της παρ. 1, η σύνταξη εξακολουθεί να καταβάλλεται στον ασφαλισμένο και μετά τη λήξη ισχύος της πιστοποίησης και μέχρι την έκδοση πιστοποίησης επί της νέας αίτησής του και πάντως για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες από τη λήξη της ισχύος της προηγούμενης πιστοποίησης. Αν με την πιστοποίηση αναπηρίας, η οποία εκδίδεται επί της αίτησης του δευτέρου εδαφίου, πιστοποιείται μικρότερο ποσοστό αναπηρίας από το προηγούμενο και, εξ αυτού του λόγου, η σύνταξη αναπηρίας που δικαιούται ο ασφαλισμένος είναι μικρότερη από αυτήν που έλαβε στο χρονικό διάστημα μετά από τη λήξη ισχύος της προηγούμενης πιστοποίησης της αναπηρίας του, το πλεονάζον αχρεωστήτως καταβληθέν ποσό της σύνταξης εισπράττεται άτοκα, δια συμψηφισμού, που διενεργείται με μηνιαία παρακράτηση επί των συνταξιοδοτικών παροχών που λαμβάνει εφεξής ο ασφαλισμένος. Η παρακράτηση του προηγούμενου εδαφίου δεν δύναται να υπερβεί το είκοσι τοις εκατό (20%) των παροχών που λαμβάνει ο ασφαλισμένος σε μηνιαία βάση. Αν ο ασφαλισμένος δεν δικαιούται σύνταξη λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο βάσει του ποσοστού αναπηρίας που πιστοποιείται κατόπιν της νέας αίτησής του, κατ’ εφαρμογή του δευτέρου εδαφίου, η σύνταξη, την οποία έλαβε μετά από τη λήξη ισχύος της προηγούμενης πιστοποίησης της αναπηρίας του, αναζητείται ως αχρεωστήτως καταβληθείσα, σύμφωνα με τον Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων (ν. 4978/2022, Α’ 190). Η παρούσα εφαρμόζεται για όλα τα επιδόματα και τις συντάξεις που χορηγούνται με αιτία την αναπηρία από κοινή νόσο από τον Ηλεκτρονικό Εθνικό Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e-Ε.Φ.Κ.Α.) και τον Οργανισμό Προνοιακών Επιδομάτων και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.

5. Το αρμόδιο όργανο του e-Ε.Φ.Κ.Α. δύναται να ελέγχει αυτεπαγγέλτως ανά πάσα στιγμή τη συνδρομή των προϋποθέσεων της παρ. 1 για σύνταξη λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο για κάθε ασφαλισμένο και να ζητεί επανεξέταση του ασφαλισμένου από την αρμόδια υγειονομική επιτροπή του ΚΕ.Π.Α..

6. Το δικαίωμα σε σύνταξη λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο παύει:

α) την επομένη της λήξης της ισχύος της πιστοποίησης, βάσει της οποίας πιστοποιήθηκε η αναπηρία του δικαιούχου, αν αυτή δεν παρατάθηκε ή δεν εκδόθηκε νέα πιστοποίηση κατ’ εφαρμογή της παρ. 4, βάσει της οποίας πιστοποιείται το ελάχιστο ποσοστό αναπηρίας που αποτελεί προϋπόθεση για τη χορήγηση της σύνταξης λόγω αναπηρίας, σύμφωνα με την παρ. 1, ή

β) αν διαπιστωθεί, βάσει νεότερης πιστοποίησης κατ’ εφαρμογή της παρ. 4, ότι το ποσοστό αναπηρίας του δικαιούχου είναι μικρότερο από το ελάχιστο ποσοστό αναπηρίας που αποτελεί προϋπόθεση για τη χορήγηση της καταβαλλόμενης σύνταξης λόγω αναπηρίας, κατ’ εφαρμογή της παρ. 1.

7. Η αναπηρία πρέπει να είναι μεταγενέστερη της πρώτης υπαγωγής στην ασφάλιση. Αν ο ασφαλισμένος είχε αναπηρία πριν από την υπαγωγή του στην ασφάλιση («προϋπάρχουσα αναπηρία»), θεωρείται άτομο με αναπηρία, εφόσον η αναπηρία του επιδεινώθηκε μετά την ασφάλισή του και η μεταγενέστερη της υπαγωγής στην ασφάλιση αναπηρία («ποσοστό επιδείνωσης») φτάνει τουλάχιστον το σαράντα τοις εκατό (40%) της αναπηρίας βάσει της οποίας ζητεί τη χορήγηση σύνταξης.».


2. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργείται κάθε αντίθετη διάταξη που αφορά στους φορείς που έχουν ενταχθεί στον e-Ε.Φ.Κ.Α., με την επιφύλαξη της παρ. 3, και προβλέπει διαφορετικές προϋποθέσεις για τη χορήγηση σύνταξης λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο από το άρθρο 11Α του ν. 4387/2016, πλην των περ. α), β) και γ) της παρ. 5 του άρθρου 28 του α.ν. 1846/1951 (Α’ 179).


3. Ειδικώς για τους ασφαλισμένους του πρώην Οργανισμού Γεωργικών Ασφαλίσεων (π. Ο.Γ.Α.) και μέχρι τις 31.12.2023 συνεχίζουν να έχουν εφαρμογή οι προϋποθέσεις χορήγησης σύνταξης λόγω αναπηρίας του π. Ο.Γ.Α, όπως ισχύουν κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος.

Μετά από την 1η.1.2024 οι προϋποθέσεις χορήγησης σύνταξης λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο του άρθρου 11Α του ν. 4387/2016, ισχύουν και για τους ασφαλισμένους του π. Ο.Γ.Α.. Ειδικά για το χρονικό διάστημα από 1ης.1.2024 μέχρι τις 31.12.2024 το ελάχιστο ποσοστό αναπηρίας που απαιτείται για να δικαιούνται σύνταξη ανέρχεται σε πενήντα εννέα τοις εκατό (59%).


4. Αιτήσεις συνταξιοδότησης για κύρια σύνταξη λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο, οι οποίες είναι εκκρεμείς κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος κρίνονται σύμφωνα με το άρθρο 11Α του ν. 4387/2016.


Επισυνάπτονται οι δύο διευκρινιστικές εγκύκλιοι.

Χρησιμοποιούμε cookies σε αυτόν τον ιστότοπο για την εξατομίκευση του περιεχομένου και την ανάλυση την επισκεψιμότητας. Παρακαλούμε, αποφασίστε εάν επιθυμείτε την αποδοχή των cookies στην ιστοσελίδα μας.