Tο νέο Σύστημα Ταξινόμησης της Λειτουργικότητας, της Αναπηρίας και της Υγείας και η Κάρτα Αναπηρίας αποτελούν ένα μεγαλόπνοο σχέδιο ιδιαίτερης σημασίας, δεδομένου ότι η εφαρμογή του βασίζεται στον αναπροσανατολισμό του συστήματος υγείας και πρόνοιας από το παραδοσιακό ιατροκεντρικό μοντέλο «νόσος – θεραπεία – ίαση» προς το κοινωνικό μοντέλο, αναδεικνύοντας τις πραγματικές ανάγκες των ατόμων με αναπηρία που δεν οφείλονται στους λειτουργικούς περιορισμούς του ίδιου του ατόμου αλλά βρίσκονται σε άμεση συνάρτηση με το περιβάλλον του κι επομένως ανοίγει το δρόμο για μια ισότιμη διαβίωση των ατόμων με αναπηρία με τους λοιπούς συμπολίτες τους.
Το αναπηρικό κίνημα, ωστόσο, λέει ένα βροντερό όχι στη συλλήβδην ενοχοποίηση και επανεξέταση ατόμων με μη αναστρέψιμες αναπηρίες και τονίζει πως είναι αδήριτη η ανάγκη ενός ελέγχου εξατομικευμένου και επαρκώς αιτιολογημένου, ώστε να αποφευχθούν και να εξαλειφθούν τα ηθικά και κοινωνικά προβλήματα που δημιουργούνται στα άτομα με αναπηρία μέσω αυτών των διαδικασιών.
Εφόσον η κυβέρνηση επιθυμεί να προχωρήσει στην επαναξιολόγηση του συνόλου των ατόμων με αναπηρία, πρέπει και οφείλει πρώτα να θεσπίσει, να υιοθετήσει και να ενσωματώσει στην εθνική νομοθεσία το νέο Σύστημα Ταξινόμησης της Λειτουργικότητας, της Αναπηρίας και της Υγείας (ICF) του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) κι έπειτα να προχωρήσει στις διαδικασίες επανεξέτασης. Επανεξέταση με το ίδιο, το ήδη υπάρχον σύστημα σημαίνει ίδιο αποτέλεσμα και κατ’ επέκταση ίδια ταλαιπωρία για τα άτομα με αναπηρία.